BLOGGER TEMPLATES - TWITTER BACKGROUNDS »

Τετάρτη 1 Σεπτεμβρίου 2010

Στοχεύοντας Τα Αστέρια




"Στόχευε για το φεγγάρι...
ακόμα κι αν αστοχήσεις,
θα βρεθείς κάπου ανάμεσα στα Αστέρια"
                                                Πλάτωνας



                                                   Πρόλογος
                                                 Χορτοφάγος


Daniels POV

Μπρούκλιν Νέα Υόρκη, 1900


Έβαλα ξανά το μελανοδοχείο μέσα στο συρτάρι του δρυΐνου γραφείου μου και σηκώθηκα. Κατευνθηκα προς την κρεμάστρα που υπήρχε στην άλλη άκρη του μικρού δωματίου και φόρεσα το πανωφόρι μου. Πλησίαζαν σχεδόν χριστούγεννα και στην νέα υόρκη πάντα έκανε αρκετό κρύο μόλις σουρουπώνει . Βεβαια εγώ δεν το χρειάζομαι μιας και δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους αλλα προσφέρει κάλυψη. Ξεκρέμασα το ημίψηλο καπέλο μου και το φόρεσα με προσοχή. Πριν βγω από το δωμάτιο φρόντισα να σβήσω το κερί πάνω στο γραφείο.

Δούλευα εδώ και δυο χρονια στο άσυλο του Hebrew σαν υπάλληλος. Πριν από ένα χρόνο περίπου ο κύριος Hebrew απεβίωσε έτσι το άσυλο πέρασε στην γυναικα του και από τότε γνωρίζει συνεχώς παρακμή. Για να κάνει οικονομία αφήνει τα κορίτσια ( μιας και είναι άσυλο μονο για κοπέλες) κλεισμένες στα δωμάτια τους χωρίς κεριά και κρεβάτια και φαγητό τους ταΐζει απαίσια πράγματα.

Κάνω ότι μπορώ για να βελτιώσω λίγο την κατάσταση αλλα έτσι κιαλλιως είναι ανώφελο αφού όλη την μέρα είμαι στο γραφείο μου. Εγώ προσωπικά δεν πιστεύω αλήθεια ότι το κάνει επίτηδες απλά μετά τον θάνατο του άντρα της έχει τρελαθεί θα έλεγα. Διέκοψα τις σκέψεις μου και βγήκα από το δωμάτιο. Άρχισα να προχωράω στον στενό διάδρομο που φωτιζόταν μονο από κάποια κεριά και από το ελάχιστο φως που έμπαινε από τα παράθυρα μιας και είχε σουρουπώσει. Προσπέρασα το γραφείο της κυριας Hebrew και επιτάχυνα το βήμα μου μήπως και δεν με δει αλλα εκείνη αμέσως σηκώθηκε και με χερέτησε.

«Κύριε Ντάνιελ πως πήγε σήμερα ;»

« Σχετικά καλά, εσείς πως είστε;» είπα λες και με ενδιάφερε. Αν δεν ήμουν διαφορετικός από τους άλλους του είδους μου θα της έπινα το αίμα με ευχαρίστηση.

« Μια χαρά, τα λέμε όμως αύριο το πρωί αν δεν σας πειράζει είμαι κάπως κουρασμένη και σκέφτομαι καλύτερα να κοιμηθώ.»

«Όπως νομίζετε τα λέμε λοιπόν αύριο.» την χαιρέτησα με ένα νεύμα του χεριού μου αφού πρώτα έβγαλα το λευκό γάντι που φορούσα και βγήκα έξω από το άσυλο ισιώνοντας λίγο το κουστούμι μου. Είμαι διαφορετικός από τους άλλους ανθρώπους. Δεν είμαι άνθρωπος αλλα βρυκόλακας. Διαφορετικός φυσικά από την αντίληψη που έχει η εκκλησια για τους βρυκόλακες. Όταν πιάνουν κάποιον που νομίζουν ότι είναι βρυκόλακας τον καίνε πολύ σπανια όμως πράγματι είναι βρυκόλακας. Εγώ όπως και όλοι οι άλλοι του είδους μας είμαστε παντοδύναμοι αθάνατοι και αν μας δει ήλιος δεν γινόμαστε σταχτη αλλα απλά αστράφτουμε.

Ακόμα τρεφόμαστε με αίμα αλλα εγώ διαφέρω και ως προς αυτό. Διέκοψα τις σκέψεις μου καθώς μια άμαξα που την έσερναν δυο κατάλευκα άλογα με προσπέρασε με φορα και με πιτσίλισε με νερά που υπήρχαν στην άκρη του δρόμου. Συνέχισα να περπατάω χαλαρά. Εγώ λοιπόν είμαι διαφορετικός από τους άλλους βρυκόλακες. Σιχαίνομαι αυτό που είμαι. Θα προτιμούσα να ήμουν άνθρωπος για αυτό δεν τρέφομαι με ανθρώπινο αίμα αλλα με αίμα ζωων. Αυτό είναι παράξενο και ποτε δεν νιώθω τόσο χορτασμένος όσο άμα έπινα ανθρώπινο αίμα αλλα κάνει την δουλειά του.

Είμαι ουσιαστικά ''χορτοφάγος'' στον κόσμο των βρυκολάκων. Φρικιό ίσως. Μονο μια φορα έχω συναντήσει ξανά κάποιο σαν εμενα . Έναν γιατρό με το όνομα Καρλάιλ . Είχα μείνει μαζί του για κάποιο διάστημα. Ήταν πολύ καλός άνθρωπος.

Όταν μεταμορφώθηκα ήμουν είκοσι χρονων αλλα λέω πως είμαι 18 για να μπορέσω να μείνω περισσοτερο καιρό εδώ. Κανεις δεν καταλαβαίνει τίποτα γιατί είμαι πανέμορφος άλλο ένα χαρακτηριστικό των βρυκολάκων.

Συνέχισα να περπατάω στις σκιες γιατί ακόμα και το λίγο φως που είχε το ηλιοβασίλεμα μπορούσε να με προδώσει. Κατευθύνομαι έξω από την πολύ στην εξοχη για να κυνηγήσω. Κάποια αγελάδα η άλογο θα ήταν αρκετά για την διψα μου. Μετά από λίγα λεπτά περπάτημα άρχισα να βγαίνω έξω από την συνοικία του Μπρούκλιν που υπάρχει το άσυλο και να κατευθύνομαι προς την εξοχη. Κοίταξα τριγύρω και δεν μπόρεσα να δω κανέναν έτσι άρχισα να τρέχω όπως μονο οι βρυκόλακες μπορούν.

Γύρω μου όλα θόλωσαν αλλα με την όραση μου μπορούσα να δω κάθε ζώο. Άρχισα να πλησιάζω μια αγελάδα επιβράδυνα λίγο και πήδηξα με φορα στον λαιμό της. Τα δόντια μου μπήχτηκαν μέσα στην σάρκα και άρχισαν να ρουφούν το αίμα. Ήταν αρκετά γλυκό αν και ούτε πλησίαζε στο ανθρώπινο αίμα. Μόλις το ζώο στέρεψε είχα σχεδόν ξεδιψάσει. Απομακρύνθηκα αφήνοντας το ζώο στο γρασίδι. Θα πίστευαν ότι του επιτέθηκε νυχτερίδα η κάτι τέτοιο. Ίσιωσα το κοστούμι μου έβαλα ξανά το ημίψηλο καπέλο στο κεφάλι μου και σκούπισα με το λινό κεντημένο μαντήλι μου το αίμα από τα χείλη μου.