1o Kεφάλαιο.
Απόφαση
Edward’s POV
Κατηφόρισα το λιθόστρωτο σοκάκι. Είχε μια ελαφριά κλίση προς τα κάτω καθώς στένευε. Προχώρησα μες στο λιγοστό φως .Γεγονός που δεν επηρέαζε καθόλου την άψογη όραση μου.
Καθώς κατηφόριζα το σοκάκι είχε μια χαλαρή στροφή. Πλησίαζα στο τετραγωνισμένο αδιέξοδο. Αντίκρισα την σχάρα που υπήρχε πάνω στο καπάκι του υπονόμου και την τράβηξα. Πήδηξα μες στην τρύπα, προσγειώθηκα χωρίς καθόλου δυσκολία. Τράβηξα πίσω μου ξανά την σχάρα. Ο ήχος της βαριάς σχάρας που κύλησε πάνω από την τρύπα του αγωγού ακούστηκε με μεταλλική οριστικότητα. Ο δρόμος ήταν ακόμα κατηφορικός οδηγώντας με όλο και βαθύτερα. Έφτασα σε μια χαμηλή σήραγγα με αψίδες .Στο τέλος της σήραγγας υπήρχε μια μεταλλική σχάρα. Τα σιδερά ήταν σκουριασμένα. Μια μικρή πόρτα φτιαγμένη με λεπτά σιδερά που διαπλέκονταν με περίμενε ανοιχτή. Έσκυψα και πέρασα βιαστικά .Βρέθηκα σε μια πιο φωτεινή αίθουσα.
Πλησίαζα. Στην άλλη πλευρά της χαμηλής αίθουσας υπήρχε μια χαμηλή βαριά ξύλινη πόρτα. Αντίκρισα ξανά τον περίτεχνο διάκοσμο της. Την άνοιξα χωρίς δυσκολία παρότι ήταν κλειδωμένη. Η σκέψη της Τζιάνα ακουγόταν τώρα καθαρά στα αφτιά μου. Προσπάθησα να την διώξω .Σκεπτόταν ότι σε λίγο θα ερχόταν η Χάιντι με μια νέα φουρνιά ανθρώπων.
Κατέβασα την κουκούλα από το βελούδινο κατακόκκινο μανδύα που μου είχε δώσει η Τζέιν ‘’για να μην τραβώ την προσοχή’’. Βρέθηκα στο φωτεινό διάδρομο. Φρίκη είχα φτάσει πολύ κοντά… πλησίασα τον ανελκυστήρα που υπήρχε στο τέλος του διάδρομου και πάτησα το κουμπί .Ο ανελκυστήρας έφτασε σύντομα .Οι πόρτες άνοιξαν διάπλατα .Μπήκα μέσα . Η διαδρομή ήταν πολύ σύντομη .Βρέθηκα στο μεγάλο φωτεινό δωμάτιο που έμοιαζε με υποδοχή ξενοδοχείου .Η Τζιάνα με χαιρέτησε χαμογελαστή από το γραφείο της. Έγνεψα με ένα βιαστικό βλέμμα . Με οδήγησε στην δίφυλλη πόρτα που υπήρχε στην άκρη του δωματίου. Την άνοιξε και βρέθηκα στο διπλανό δωματίου .Ο Άλεκ καθόταν εκεί.
«Γεια σου Έντουαρντ » με χαιρέτησε «Φαίνετε να έχεις καλή διάθεση.» «Ελάχιστη» απάντησα εγώ κοφτά.
Σκεπτόταν και αυτός τους ανθρώπους που θα έφερνε σε λίγο η Χάιντι .Έδιωξα την σκέψη του από το κεφάλι μου.
«Ο Άρο θα χαρεί πολύ να σε ξαναδεί»
Έγνεψα. Η Τζέιν εμφανίστηκε από μια πόρτα που υπήρχε σε μια άκρη του δωματίου. Ας μην τον αφήσουμε να περιμένει σκέφτηκε, αλλά απλά είπε:
«Καλωσόρισες και πάλι γιε του Καρλάιλ.»
Την χαιρέτησα. Ήταν ανάγκη να εμφανιστεί και αυτή τώρα. Προχώρησα κατά μήκος του τελευταίου φαριού διαδρόμου .Αυτός ήταν μέχρι τώρα ο πιο περίτεχνα διακοσμημένος. Αγνόησα την Διφίλη τεράστια πόρτα που ήταν στολισμένη με χρυσάφι που υπήρχε στο τέλος του διάδρομου και σταμάτησα στην μέση του.
Τόσες φορές που είχα έρθει εδώ τις τελευταίες μέρες είχα μάθει απέξω την διαδρομή. Αλλά και να μην ερχόμουν τόσες φόρες η τέλεια μνήμη μου θα θυμόταν την διαδρομή. Έκανα στην άκρη ένα σημείο της επένδυσης του τοίχου και αποκάλυψα μια μικρή ξύλινη πόρτα. Ήταν ξεκλείδωτη. Την άνοιξα και πέρασα μέσα. Χαιρόμουν συνήθως που η διαδρομή ήταν τόσο μακριά επειδή δεν συναντούσα αμέσως τον Άρο, αλλά τώρα ευχόμουν να τελειώσει αυτή η τεράστια και δαιδαλώδης διαδρομή γρηγορότερα. Ο πέτρινος προθάλαμος που ήταν φτιαγμένος με την ίδια πέτρα που ήταν κατασκευασμένη και η πλατεία ήταν ευτυχώς σύντομος.
Βρέθηκα ξανά στο τεράστιο πέτρινο δωμάτιο με την θολωτή οροφή. ο Μάρκος με τον Κάιο συζητούσαν χαμηλά καθισμένοι στους θρόνους τους. Μπορούσα να ακούσω κάθε λέξη που έλεγαν κάθε σκέψη που σκέπτονταν αλλά έδιωξα μακριά και τα δυο. Ο Άρο μίλησε αμέσως μόλις με αντίκρισε.
«Έντουαρντ τι ευχάριστη έκπληξη ήρθες ξανά.»
«Αποφασίσατε;» είπα με κοφτό τόνο. Κάθε λεπτό που περνούσε πάνω στην γη χωρίς την Μπέλλα ήταν ανυπόφορο. Δεν έπρεπε να είχα φύγει ποτέ .Εγώ έφταιγα που η Μπέλλα έπεσε από εκείνο το βράχο. Το σκυλί αυτό το απαίσιο κοπρόσκυλο που απάντησε στο τηλεφώνημα που έκανα στο σπίτι της είπε ότι ετοιμαζόταν για την κηδεία της με τον πιο απλό τρόπο. Λες και είχε πεθάνει το κατοικίδιο του. Εγώ έφταιγα όμως εγώ.
Ο Άρο αντί για απάντηση άπλωσε το χέρι του. Πλησίασα και ακούμπησα το δικό μου στην παλάμη του. Τώρα μπορούσαμε και οι δυο να ακούσουμε την σκέψη του αλλού . Οι σκέψεις του ήταν ανακατεμένες. Δεν είχαν πάρει ακόμα απόφαση. Ο Μάρκος και ο Κάιος σταμάτησαν να μιλάνε κοιτούσαν τον Άρο και εμένα.
«Έντουαρντ.» Είπε ο Άρο με παγερή φωνή. «Βλέπω ότι την Μπέλλα την αγαπούσες πραγματικά αλλά ήταν άνθρωπος. Πώς ;»
«Άρο η απόφαση μου είναι τελική .»
Άφησε το χέρι μου.
«Έντουαρντ τα χαρίσματα σου είναι πολύ ιδιαίτερα για να χαραμιστούν. Αν είσαι απογοητευμένος με την οικογένεια σου μπορείς να μείνεις μαζί μας. Θα χαρούμε να σε καλωσορίσουμε στην φρουρά μας. Αλλά θα πρέπει να γίνεις ξανά σαρκοφάγος. Ξέρεις δεν εγκρίνουμε απόλυτα το είδος της οικογενείας σου. Η χορτοφαγία είναι παράξενη .»
«Άρο η απόφαση μου είναι τελική.» επανέλαβα .
«Come si pensa /Όπως θέλεις.» μου απάντησε στα ιταλικά.
Σκεπτόταν πως με κάποιο τρόπο θα με έπειθε να μείνω μαζί τους. Φώναξε ένα μέλος της φρουρας.
«Σαντιάγκο φώναξε τον Φέλιξ.»
ο Σαντιάγκο όπως και όλοι οι υπόλοιποι εδώ μέσα σκεπτόταν ποτέ θα έρθει η Χάιντι με τους τουρίστες αλλά παραξενεύτηκε με την διαταγή του Άρο. Έφυγε όμως αμέσως. Σε τρία δευτερόλεπτα ήταν εδώ ο Φέλιξ.
Με έπιασε απ’ τον λαιμό . Εγώ δεν αντιστάθηκα καθόλου. Ο Μάρκος και ο Κάιος στέκονταν τώρα στου θρόνους τους και κοίταζαν. ο Άρο για κάποιον λόγο δεν ήθελε να διαβάσω την σκέψη του. Για αυτό σκεπτόταν αλλά πράγματα για να κρατήσει το μυαλό του απασχολημένο. Κυρίως σκεπτόταν στα ιταλικά για να μην καταλαβαίνω.
Στο τέλος άρχισε να τραγουδά τον εθνικό ύμνο της Ιταλίας. Fratelli d Italia, L Italia s è desta… Εγώ σκεπτόμουν μόνο την Μπέλλα. Σύντομα εκεί που θα πήγαινα θα την έβλεπα .Μπορεί και όχι. Εγώ θα πήγαινα στην κόλαση .Εκείνη στον παράδεισο. Ο Φέλιξ έπιασε τα μαγούλα μου και οδήγησε το κεφάλι μου και το υπόλοιπο σώμα μου στο Άρο. Με χτύπησε στα γόνατα για να γονατίσω .Ο Άρο πλησίασε. Ο Φέλιξ τώρα με κρατάγε από τους ώμους. Δυο φρουροί εμφανιστήκαν. Ο ένας ήταν ο Σαντιάγκο ο νεαρός που είχε ζητήσει πριν ο Άρο να φωνάξει τον Φέλιξ ο άλλος ήταν ο Άλεκ.
«Έντουαρντ » είπε ο Άρο «θα σε παραλύσουμε έτσι ώστε να μην καταλάβεις τίποτα .Αφού είναι δική σου επιλογή δε θέλουμε να πονέσεις.»
Ο Άρο με οδηγείσαι σε μια άκρη του δωματίου. Απελευθερώθηκα από τον Φέλιξ. Όλοι οι άλλοι πήγαν πίσω από τον Άλεκ. Αυτός πλησίασε. Μια αχνή λεύκη σαν ομίχλη με πλησίασε. Έκλεισα τα μάτια μου. Αντίο σε αγαπώ Μπέλλα ήταν η τελευταία μου σκέψη.
Ο θάνατος είναι γαλήνιος. Η ζωή ειδικά όταν είσαι αθάνατος είναι δύσκολη άσχημη. Ειδικά όταν το άλλο σου μισό δεν είναι πια στην γη .Την αιωνιότητα χωρίς την Μπέλλα δεν θα την άντεχα .Τώρα τουλάχιστον θα είμαι ήρεμος.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου